Tuesday, 21 June 2016

Chloe Koutsoubelli

                                        Ingmar Bergman , Fanny and Alexander, 1982


THE HAUSEN SIBLINGS



Nor I

nor my brother

are normal kids.

I turn into black rain at nights

whereas he into snow.

I hate his innocence.

he puts his finger in the mouth

he keeps whimpering,

asks annoying questions,

who ate the marmelade

why our parents are so many years asleep,

why the lady in the white collar 

keeps knocking on the door.

But the most beautiful moment is 

us waiting for the angel to come.

We always keep him some milk and bread

because on this earth

little children's angels

are always so tired.




ΤΑ ΑΔΕΛΦΙΑ ΧΑΟΥΖΕΝ



Ούτε εγώ
ούτε ο αδελφός μου
είμαστε φυσιολογικά παιδιά.
Εγώ τις νύχτες μεταμορφώνομαι σε μαύρη βροχή
αυτός σε χιόνι.
Μισώ την αθωότητά του.
Βάζει το δάχτυλο στο στόμα
συνέχεια κλαψουρίζει,
κάνει ερωτήσεις που ενοχλούν,
ποιος έφαγε τη μαρμελάδα
γιατί οι γονείς μας κοιμούνται τόσα χρόνια,
γιατί η κυρία με το άσπρο γιακαδάκι
εξακολουθεί να χτυπά την πόρτα.
Όμως η πιο όμορφη στιγμή είναι
όταν περιμένουμε τον άγγελο να έρθει.
Του φυλάμε πάντα λίγο γάλα και ψωμί
γιατί σ' αυτή τη γη
οι άγγελοι των μικρών παιδιών
πάντα είναι κουρασμένοι.



Χλόη Κουτσουμπέλη, Οι ομοτράπεζοι της άλλης γης, Γαβριηλίδης 2016

4 comments:

  1. Μου αρέσει η ποιητική ματιά της Χλόης Κουτσουμπέλη.
    Δεν ξέρω τι να πρωτοδιαλέξω.

    ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΓΙΑ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΜΑΚΡΟΗΜΕΡΕΥΣΗ

    Προπάντων να αποφεύγετε τις σκάλες
    σε σπίτια που κατοικήσατε παλιά
    ποτέ το βελούδινο χαλί
    δεν κρύβει καλωσόρισμα,
    κάθε σκαλοπάτι χαλασμένο δόντι
    έτοιμο να υποχωρήσει
    στην άβυσσο από κάτω.
    Κυρίως όμως πρέπει να γνωρίζετε.
    Πως για κάθε σκαλοπάτι που ανεβαίνετε
    πάντα δύο πίσω θα γλιστράτε.

    Χλόη Κουτσουμπέλη, ΚΛΙΝΙΚΑ ΑΠΩΝ (2014)


    ***

    ΕΚΛΕΚΤΙΚΕΣ ΣΥΓΓΕΝΕΙΕΣ

    Όλοι εμείς οι συγγενείς
    είχαμε φέρει ντόρτια
    στο παιχνίδι με τα πούλια
    παγώνει σε μονά φλιτζάνια όμως ο καφές
    στο καφενείο χωρίς όνομα
    στην οδό Αρίστου Τέλους.
    Εκλεκτική συγγένεια λοιπόν σημαίνει
    κρύβω άσσους σε μανίκι δίχως χέρι
    ενώ σε ειδική αίθουσα υποδοχής
    σερβίρεται κονιάκ και κουλουράκι.
    Στον προθάλαμο κάποιος χτυπάει νούμερα
    στο μπράτσο εραστών που γίναν δήθεν φίλοι.

    Γιατί άραγε λαχανιάζουμε άδικα μέσα στους αιώνες
    εμείς οι εκλεκτοί εκλεκτικοί
    χωρίς γένος χωρίς φύλο
    που τρέχουμε γυμνοί μέσα σε γυάλα
    που σμίγουμε κρυφά φθηνά και με ντροπή
    σε παχιά μαξιλάρια από πούπουλα
    κύκνων που ραμφίζουν
    για λίγο στην σιωπή
    για πάντα στο κενό.

    Όλοι εμείς οι συγγενείς
    που στο λήμμα αγάπη
    διαβάζουμε πάντα λάθος
    το συνώνυμο.

    Χλόη Κουτσουμπέλη, ΚΛΙΝΙΚΑ ΑΠΩΝ (2014)

    ReplyDelete
  2. Εξαιρετικά πραγματικά τα ποιήματα που παρέθεσες, Ρόζα μου! Σ'ευχαριστώ πολύ!!

    ReplyDelete
  3. Μεγαλειώδες! Μπροστά σε τέτοια ποίηση δεν μπορώ να είμαι σεμνοπρεπής. Γι' αυτό το επαναλαμβάνω: Μεγαλοφυές!

    ReplyDelete
  4. Ομολογουμένως! Με ξάφνιασε ευχάριστα η ποίησή της!

    ReplyDelete