Wednesday, 20 January 2016

Faidros Barlas

                                                                             Achilleas Drougas : In search of Dionysus


LEOPARDS



We burrowed frightened into our homes
when the leopards
made their appearance in town.

Wild , thirsty for blood, looked
bleary-eyed at the shut doors-
if somebody showed up, to tear him apart.

But slowly— maybe  the meat
which hung abundant on the hooks
of the abandoned butcher shops
soothing their primitive,
voracious hunger —
maybe the beautiful sunshine of our town
taking profit, lolling,
lying in the middle of empty streets –,
leopards have begun,
more or less, to get more tamed.

One or two , took courage , they approached them,
fed them with delicacies, kept for such
times of need, at home.

Leopards have eaten them—
licked their snout,
stretching themselves.

"It's obvious", somebody said,
"they won't eat us, if they know
that we 'll throw them treats. "

In this way, in a while, we all took liberties· 
we opened doors and windows wide,
crossing  streets and squares
 men and leopards together.

You could only tell by the skin.

Οf course, we stepped aside at their sight,
we offered them the best meat,
the finest selection of charcuterie,
we declared , loudly, to each other,
that animals more beautiful than these,
whose presence honoured our city,
have never been  seen before in our life!

Some , once, taking too much courage,
while watching the leopards getting idle —  
from the abundant food thrown to them,
the sunshine, the rest and leisure — 
have thought that it would be convenient to chase them away.

But the leopards have torn them to thousand pieces,
before  even laying a hand on them.

Since then, we kept it in mind,
we had it printed in every zoology book
we learn it by heart everyday like a prayer:

"Leopards never harm anybody,
 unless you harm them·
 never lay a hand on them,
 and you won't get harmed."

All of us by now,willingly and consentiously,  feed them,
willingly and consentiously  we give them treats
and whoever has a soft and skillful hand
caresses their back or their snout.

And the leopards — who would believe it?— 
rub themselves pleased on them,
leaving little groans of pleasure.

So — we came to a conclusion —  this is the way
for someone to treat leopards• 
and now we are teaching it to our children,
so  they can teach it
to the children of their children:

teach them to love the leopards,
to respect the leopards,
to feed the leopards,
since forever, as we know, leopards —
beyond illness or evil! —
will be the  masters in our town.


Faidros Barlas




ΟΙ ΛΕΟΠΑΡΔΑΛΕΙΣ


Τρυπώσαμε όλοι στα σπίτια μας έντρομοι
όταν φάνηκαν
οι λεοπαρδάλεις στην πόλη.

Αγριεμένες, διψασμένες για αίμα, κοιτάζανε
με μάτι θολό τις κατάκλειστες πόρτες –
μη ξεμυτίση κανένας, να τον ξεσκίσουν.

Σιγά-σιγά όμως,
θέλεις το κρέας —
που κρεμότανε άφθονο στα τσιγκέλια
των παρατημένων κρεοπωλείων
και καταπράυνε την αρχαία,
την αχόρταγη πείνα τους —
θέλεις οι ωραίες λιακάδες της πόλης μας —
που τις χαιρόντουσαν, χουζουρεύοντας,
ξάπλα στη μέση των έρημων δρόμων –,
οι λεοπαρδάλεις αρχίσανε,
όσο νάναι, να ημερεύουν.

Ξεθαρρέψανε κάνας-δυο, τις πλησιάσανε,
τις ταΐσανε με λιχουδιές, που φυλάγαν,
για τέτοιες ώρες ανάγκης, στο σπίτι.

Οι λεοπαρδάλεις τις φάγανε —
γλείψαν και το μουσούδι τους,
τεντωθήκανε.

«Φανερό», είπε κάποιος,
«δεν θα φάνε κ’ εμάς, άμα ξέρουν
πως θα τους ρίχνουμε λιχουδιές.»

Έτσι, σε λίγο καιρό, ξεθαρρέψαμε όλοι·
ανοίξαμε πόρτες και παράθυρα διάπλατα,
κυκλοφορούσαμε στους δρόμους και στις πλατείες,
άνθρωποι και λεοπαρδάλεις ανάκατα.

Απ’ το τομάρι πια μόνο μας ξεχώριζες.

Βέβαια, παραμερίζαμε με σέβας στο διάβα τους,
τους προσφέραμε τα καλύτερα κρέατα,
τις εκλεκτότερες ποικιλίες αλλαντικών,
δηλώναμε, φωναχτά, ο ένας στον άλλο,
πως ωραιότερα ζώα από αυτά,
που η παρουσία τους τιμούσε την πόλη μας,
δεν είχαμε ξαναδή στη ζωή μας!

Μερικοί, μια φορά, παραπαίρνοντας θάρρος,
καθώς βλέπανε τις λεοπαρδάλεις να μπαταλεύουν —
απ’ το πολύ φαΐ που τους ρίχναμε,
τη λιακάδα, την ξάπλα και το χουζούρι —
φαντάστηκαν πως θάταν βολετό να τις διώξουν.

Μα οι λεοπαρδάλεις τους κάνανε χίλια κομμάτια,
πριν προλάβουν ν’ απλώσουν χέρι απάνω τους.

Από τότε, το βάλαμε καλά στο μυαλό μας, 
το τυπώσαμε σ’ όλα τα βιβλία ζωολογίας, 
το αποστηθίζουμε κάθε μέρα σαν προσευχή:

«Δεν πειράζουν οι λεοπαρδάλεις, 
αν δεν τις πειράξης• 
μην τις πειράζης, 
για να μη σε πειράξουν.» 

Όλοι πια, πρόθυμα κ’ ευσυνείδητα, τις ταΐζουμε,
πρόθυμα κ’ ευσυνείδητα τους φέρνουμε λιχουδιές –
κι όσοι έχουνε χέρι απαλό κι επιδέξιο 
τους χαϊδεύουν τη ράχη ή το μουσούδι. 


Κ’ οι λεοπαρδάλεις — ποιος θα το πίστευε; — 
τρίβονται λιγωμένες απάνω τους,  
αφήνοντας μικρά μουγκρητά ευχαρίστησης.

Αυτός — καταλήξαμε — είναι ο τρόπος 
για ν’ αντιμετωπίζη κανείς τις λεοπαρδάλεις• 
και τον μαθαίνουμε τώρα και στα παιδιά μας, 
για να τον μάθουν κι αυτά 
στα παιδιά των παιδιών τους:

να τα μάθουν ν’ αγαπούν τις λεοπαρδάλεις,
να σέβωνται τις λεοπαρδάλεις, 
να ταΐζουνε τις λεοπαρδάλεις,
αφού για πάντα, όπως ξέρουμε, θάναι —
έξω από κακό ή αρρώστεια! — 
οι λεοπαρδάλεις αφέντες στην πόλη μας.


 Φαίδρος Μπαρλάς, Άπαντα, Εκδ: Τα Νέα Ελληνικά , 2014

3 comments:

  1. Πέρα από το ωραίο ποίημα-αλληγορία με πολιτικές προεκτάσεις, που επιλέξατε και που δεν το ήξερα, μου ανοίξατε την όρεξη, ως συνήθως, για περισσότερο Φαίδρο Μπαρλά. Και ιδού τι ανακάλυψα.

    ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΗ ΣΚΗΝΟΓΡΑΦΙΑ

    Κίβδηλες νύχτες πανσελήνου θερινής,
    σε γαλακτώδες φως, απίθανο, λουσμένες,
    που την υπόσταση διαψεύδει των πραγμάτων.

    Τα σπίτια καμωμένα από χαρτόνι
    κι οι άνθρωποι να δείχνουν πως κοιμούνται
    σε στάσεις όρθιες, ανάποδες, λοξές...

    Καμιά υπόνοια ανέμου στας οδούς*
    καμιά υπόνοια ζωής μέσα στα σπίτια...

    Και τότε, τι χαρά σε πιάνει,
    όταν χάρτινος αστυφύλαξ εκπηδά,
    με περικεφαλαίαν τενεκεδένια,
    και με φωνές μεταλλικές καταδιώκει
    φαντασιώδη λωποδύτην όπου φεύγει!...

    ΦΑΙΔΡΟΣ ΜΠΑΡΛΑΣ (ΤΟΥ ΠΟΛΥΕΔΡΟΥ, σελ. 131)

    ReplyDelete
  2. Οι ποιητικοί μας διάλογοι Ρόζα μου, μου δίνουν μια ιδιαίτερη χαρά.
    Το ποίημα με το οποίο καταπιάστηκα είχε μεγάλη έκταση κι η μετάφρασή του με παίδεψε αρκετά. Δεν δρέπω μεταφραστικές δάφνες αφού δεν είμαι καν δίγλωσση. Όλα είναι μεταφραστικές προσεγγίσεις. Μια ενασχόληση που πηγάζει από την αγάπη μου για την ελληνική ποίηση που γνωρίζει φραγμούς λόγω γλώσσας.
    Χαίρομαι πολύ λοιπόν που σου άρεσε η επιλογή μου! :-)

    ReplyDelete
  3. Ξέρω τι παίδεμα έχει η μετάφραση και σας θαυμάζω για την προσπάθειά σας να τη γνωρίσετε σε αγγλόφωνους.
    Επιτρέψτε σε μένα να ασχολούμαι μόνο με το πρωτότυπο, μιας και είμαι τρελή και παλαβή με αυτό.

    ReplyDelete